Abstract

In the Anatolian Greek diaspora, discourse about the formation and expression of personhood through traditional music and dance is saturated with references to gustemic, or taste-based, aspects of Near Eastern culture. Practitioners of the zeibekiko dance genre—considered the ultimate venue for the public performance of masculine sociality—use sensory metaphors borrowed from discourse about the consumption and subjective effects of alcohol to both describe and prescribe the overlapping temporal relationships performed by musicians and dancers. Virtuosic manipulation of these relationships in an agonistic ritual context is a primary means of working out, memorializing, and challenging localized ideals of masculine personhood.

Σύνοψη. Στη μικρασιατική διασπορά, συζητήσεις σχετικά με τη διαμόρφωση και έκφραση προσωπικής ατομικότητας μέσω μουσικοχορευτικών παραδόσεων είναι εμποτισμένες κατά κόρον με αναφορές Μικρασιατικής γευσιγνωσίας και γαστρονομίας. Χορευτές του ζεϊμπέκικου—ενός χορού που από πολλούς θεωρείται το κατεξοχήν πεδίο δημόσιας επιτέλεσης μίας ανρδικής κοινωνικότητας—χρησιμοποιούν μεταφορές δανεισμένες από συζητήσεις για τη κατανάλωση και τις υποκειμενικές επιδράσεις του αλκοόλ για να περιγράψουν και να προδιαγράψουν τις χρονικές σχέσεις μεταξύ χορευτκών κινήσεων και μουσικής. Ο δεξιοτεχνικός χειρισμός αυτών των σχέσεων σε περιστάσεις τελετουργικού ανταγωνισμού αποτελεί κύριο μέσο για την εξερεύνηση αλλά και την αμφισβήτηση τοπικών ιδανικών ανδρικής προσωπικότητας.

The text of this article is only available as a PDF.
You do not currently have access to this content.